Η λέξη ισχύει προέρχεται από το λατινικό "Applicare" που αναφέρεται στην τοποθέτηση κάτι πάνω από κάτι άλλο ή σε επαφή με κάτι άλλο. η λέξη σχηματίζεται από το πρόθεμα "διαφήμιση" που σημαίνει "προς" όπου αλλάζει σε "ap" χάρη στην αφομοίωση δεδομένου ότι βρίσκεται πριν από το γράμμα "p". συν τη ρίζα "plicare" που σημαίνει "να κάνετε πτυχώσεις". Η λέξη ισχύει έχει διάφορες έννοιες που μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιείται. Μία από τις κύριες χρήσεις του αναφέρεται στην τοποθέτηση κάτι συγκεκριμένα, σε ένα άλλο συγκεκριμένο πράγμα, δηλαδή ότι και τα δύο πράγματα έρχονται σε επαφή.
Ο όρος ισχύει, μπορεί επίσης να αναφέρεται όταν χρησιμοποιούμε ή χρησιμοποιούμε ένα συγκεκριμένο πράγμα, δηλαδή, όταν εφαρμόζουμε κάτι για διαφορετικούς σκοπούς ή σκοπούς. Όταν μιλάμε για αυτό το νόημα, έχουμε τη δυνατότητα να εφαρμόσουμε διαφορετικά είδη γνώσεων, αρχών ή μέτρων, προκειμένου να επιτύχουμε έναν προηγουμένως καθορισμένο στόχο. Ένα παράδειγμα αυτού είναι όταν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα συνηθισμένο άρθρο, εκεί πρέπει να "εφαρμόσουμε" τις διαφορετικές γνώσεις που έχουμε έτσι ώστε να έχει τη σωστή λειτουργία.
Μία από τις έννοιες που το λεξικό της πραγματικής ακαδημίας αποκαλύπτει να "εφαρμόσει" είναι "Να αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη περίπτωση αυτό που έχει ειπωθεί γενικά ή σε ένα άτομο αυτό που έχει ειπωθεί για άλλη" Εκτός από την αναφορά σε καταλογισμό, κατηγορίες, ανάθεση ή κατηγορίες κάποιου ατόμου, γεγονός ή ρητό.
Στο πεδίο του νόμου, η αίτηση χρησιμοποιείται για την απονομή αποτελέσματος ή περιουσίας. Τέλος, ως ένα ουσιαστικό ρήμα για εφαρμογή, σχετίζεται με την τοποθέτηση της αφοσίωσης, της αφοσίωσης, της προσπάθειας και της επιθυμίας στην εκτέλεση ή την ολοκλήρωση κάτι, ειδικά στη μελέτη.