Η επικύρωση λέξεων χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της δράσης με την οποία ένα άτομο, είτε με λέξεις είτε με γραπτό τρόπο, επιβεβαιώνει ή εγκρίνει καταστάσεις ή ενέργειες. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η επικύρωση είναι ένας τρόπος για να δοθεί συγκατάθεση σε κάτι ή σε κάποιον προκειμένου να επιβεβαιωθεί η έγκρισή του, η αλήθεια ή η συνέχεια του κάπου, σε περίπτωση που συνδέεται με ανθρώπους. Είναι υψίστης σημασίας για την αποσαφήνιση των γεγονότων, καθώς και για να σταματήσουμε τις φήμες, καθώς όταν εκδηλώνεται επικύρωση, η αβεβαιότητα και η δυσπιστία εξαλείφονται εντελώς.
Για παράδειγμα, σε ένα δημοσιογραφικό πλαίσιο, είναι σημαντικό πριν από τη δημοσίευση ενός ειδησεογραφικού στοιχείου να επικυρωθεί, αυτό προκειμένου να του δοθεί αλήθεια και ότι το μέσο που το μεταδίδει δεν χάνει την αξιοπιστία του.
Σε νομικά θέματα, η επικύρωση είναι η δήλωση της βούλησης, με την οποία ένα άτομο δίνει τη συγκατάθεσή του να επιτευχθεί από τα αποτελέσματα μιας νομικής πράξης, η οποία αρχικά δεν έχει εύλογη νομική εξουσία να τον δεσμεύσει.
Από την άλλη πλευρά, η επικύρωση των υπογραφών που γίνονται σε δημόσιους συμβολαιογράφους είναι έγγραφα μέσω των οποίων ο συμβολαιογράφος δηλώνει, ότι οι άνθρωποι που εμφανίστηκαν μπροστά του, ήρθαν να αναγνωρίσουν και να επικυρώσουν τις υπογραφές που σφράγισαν σε ένα συγκεκριμένο έγγραφο και ότι δηλώνουν ότι είναι εξ ολοκλήρου στη δική του γραφή. Η μόνη απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμπλήρωση αυτού του εγγράφου είναι η παρουσίαση του αρχικού εγγράφου, του οποίου οι υπογραφές θα επικυρωθούν.